fbpx

Απαντώντας σε δύσκολες ερωτήσεις των παιδιών – Πρέπει και πώς;

Απαντώντας σε δύσκολες ερωτήσεις των παιδιών – Πρέπει και πώς;

Απαντώντας σε δύσκολες ερωτήσεις των παιδιών – Πρέπει και πώς;

Άρθρο από Τζιτζιμίκα Φώνη
Ψυχολόγος
Επισκεφτείτε το προφίλ

Στο ερώτημα αυτό, αν και η αυθόρμητη απάντηση των περισσοτέρων γονιών θα ήταν καταφατική, ωστόσο πολλές από τις ερωτήσεις που τα παιδιά θέτουν, προκαλούν αμηχανία για το πώς, ακόμη και για το αν θα πρέπει να απαντηθούν.

Οι γονείς συχνά αναρωτιούνται αν και με ποιον τρόπο θα πρέπει να αποκριθούν σε ερωτήσεις των παιδιών που μοιάζουν «αταίριαστες» με την ηλικία τους, τις οποίες δεν είναι προετοιμασμένοι να ακούσουν, πόσο μάλλον να απαντήσουν.

Απορίες σχετικά με την ανατομική διαφορά των φύλων, την προέλευση των μωρών, τι σημαίνει έκτρωση, γύρω από το θάνατο και πλείστες άλλες ερωτήσεις που δυσκολεύουν τους γονείς και που καταλήγουν να τις αποφεύγουν αλλάζοντας θέμα, παραπέμποντας στον άλλο γονιό για απάντηση, κάποιες φορές αποπαίρνοντας το παιδί με τη δήλωση ότι «θα μάθει όταν μεγαλώσει».

Συχνά η ανησυχία σχετικά με το αν η απάντηση που θα δώσουν είναι η ενδεδειγμένη, αποτρέπει τους γονείς από το να προσπαθήσουν να δώσουν στο παιδί την πληροφόρηση που αποζητά. Ωστόσο είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι εφόσον δημιουργηθεί μια απορία στο μυαλό του παιδιού, δεν είναι εύκολο να ξεχαστεί, όσο κι αν ο γονιός το επιθυμεί. Γι’ αυτό και το ερώτημα που προκύπτει θα πρέπει να απαντηθεί «κάπως», ακόμη κι αν η πηγή της πληροφόρησης είναι ένα «μείγμα» που προκύπτει από τη στιγμιαία αντίδραση του γονιού, που συμπληρώνεται με τη συμβολή της φαντασίας, καθώς και με κάποια μισόλογα που θα αποσπάσει από κάποιο πρόσωπο του περιβάλλοντος και τα οποία θα προσπαθήσει να ταιριάξει με έναν τρόπο που να βγάζει νόημα.

Το σίγουρο λοιπόν είναι ότι όσο κι αν οι γονείς δυσκολεύονται να δώσουν μια εξήγηση για πράγματα που κάποιες φορές δεν κατανοούν ούτε οι ίδιοι, η στάση της αποφυγής δεν θα καταστείλει τη φυσική περιέργεια του παιδιού, το οποίο θα αποζητήσει να καλύψει το κενό, με όποιο μέσο υπάρχει διαθέσιμο.

Άλλωστε, κάθε τέτοιο αίτημα του παιδιού, αποτελεί και μια απόπειρα επικοινωνίας. Επομένως, είναι σημαντικό να αισθάνεται ότι οι γονείς είναι διαθέσιμοι και εμπιστεύσιμοι ως πηγή πληροφόρησης, καθώς έτσι εξασφαλίζουν ότι θα επιλέγει και στο μέλλον να στραφεί σε εκείνους για να λύσει απορίες και κατ’ επέκταση να μοιραστεί συναισθήματα ή κάτι που το απασχολεί. Όταν οι γέφυρες του διαλόγου κλείνουν, με σκοπό την αποφυγή μιας προσωρινή δυσκολίας, δημιουργείται ένα κακό προηγούμενο στην επικοινωνία με το παιδί, και χάνεται η ευκαιρία για το γονιό να ελέγξει με τι «υλικό» θα επιλέξει το παιδί να ικανοποιήσει την περιέργεια του. Αναλογιζόμενοι αυτό το ενδεχόμενο, ίσως η δική τους «αδέξια» και μη επαρκώς μελετημένη απάντηση να μην είναι και τόσο κακή τελικά.